του ΕΜΠ αποκάλυψαν την επιφάνεια που θεωρείται ο τάφος του Ιησού Χριστού.
Χτισμένος στην Εκκλησία του Παναγίου Τάφου στην Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ, ο τάφος έχει καλυφθεί από μάρμαρο τουλάχιστον από τον 16 αιώνα.
Οπως δήλωσε ο Fredrik Hiebert, αρχαιολόγος στο National Geographic, που έκανε την σχετική ανακοίνωση που προκάλεσε παγκόσμιο δέος και συγκίνηση:
«Πρόκειται για μια μακρά επιστημονική ανάλυση, ωστόσο θα μπορέσουμε τελικά να δούμε την πρώτη πέτρινη επιφάνεια πάνω στην οποία, σύμφωνα με την παράδοση, τοποθετήθηκε το σώμα του Ιησού.
Σύμφωνα με την χριστιανική παράδοση το σώμα του Ιησού Χριστού τοποθετήθηκε πάνω σε μια πλάκα το λεγόμενο «ταφικό κρεβάτι», το οποίο είναι από ασβεστόλιθο, μέσα σε μια σπηλιά, μετά την σταύρωση του Χριστού από τους Ρωμαίους.
Η ταφική πλάκα βρίσκεται μέσα στο Κουβούκλιο, το οποίο αναστηλώθηκε τελευταία φορά το διάστημα 1808-1810, καθώς είχε καταστραφεί σε πυρκαγιά.
Η έκθεση του «ταφικού κρεβατιού» για πρώτη φορά, δίνει στους ερευνητές τη δυνατότητα να μελετήσουν την αρχική επιφάνεια του τάφου. Αυτό θα τους βοηθήσει να κατανοήσουν καλύτερα όχι μόνο την αρχική μορφή του ταφικού θαλάμου αλλά και το πώς εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο ιερούς τόπους της Χριστιανοσύνης.
Την επιστημονική επιβεβαίωση ότι ο Τάφος του Ιησού στην Ιερουσαλήμ είναι ο αυθεντικός, εκείνος δηλαδή που έστησαν οι Ρωμαίοι περί τα μέσα του 4ου αιώνα, έχει το περιοδικό National Geographic, μετά την εργασία των στελεχών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου που άνοιξαν τον Πανάγιο Τάφο τον Οκτώβριο του 2016.
Οι επιστήμονες κατόρθωσαν να επιβεβαιώσουν ότι τα πιο αρχαία υλικά της κατασκευής χρονολογούνται από τους ρωμαϊκούς χρόνους, παρά τις δεκάδες καταστροφές, αλλά και την ολοκληρωτική διάλυση που υπέστη το μνημείο το 1007.
Πολεμικές επιδρομές, φωτιές και σεισμοί που συνέβησαν στην περιοχή ανά τους αιώνες οδήγησαν πολλούς σύγχρονους μελετητές στην αμφισβήτηση της αυθεντικότητας του σημείου που είχε ταφεί ο Ιησούς.
Πλέον όμως, τα αποτελέσματα των επιστημονικών δοκιμών που δημοσιεύει το National Geographic επιβεβαιώνουν πως τα ερείπια του σπηλαίου που βρίσκεται μέσα στην εκκλησία στους Άγιους Τόπους, είναι μέρος του αρχικού ταφικού μνημείου που είχαν πρώτοι κατασκευάσει οι Ρωμαίοι.
Ο Τάφος του Ιησού ανοίχτηκε για πρώτη φορά μετά από αιώνες τον Οκτώβριο του 2016, όταν το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο προέβη σε εργασίες αναστήλωσης του μνημείου.
Τότε ελήφθησαν αρκετά δείγματα, προκειμένου οι επιστήμονες σήμερα να οδηγηθούν στο συμπέρασμα της χρονολόγησης.
Στο εσωτερικό του τάφου, όπως αποκαλύφθηκε από τις πρόσφατες έρευνες του Πολυτεχνείου, βρίσκεται ένα μακρόστενο ξύλινο «ταφικό κρεβάτι», όπου πιστεύεται ότι τοποθετήθηκε το σώμα του Ιησού μετά την Σταύρωση, ενώ το μάρμαρο που το καλύπτει πιστεύεται ότι τοποθετήθηκε εκεί το αργότερο το 1555 μΧ.
Όταν ο Πανάγιος Τάφος ανοίχτηκε την νύχτα της 26ης Οκτωβρίου 2016, οι επιστήμονες εξεπλάγησαν από τα ευρήματα κάτω από το μάρμαρο αυτό.
Ένα παλιότερο, σπασμένο μάρμαρο με έναν σταυρό πάνω της, βρισκόταν ακριβώς πάνω από το ταφικό κρεβάτι.
Οι επιστήμονες διαφώνησαν για την χρονολόγηση της δεύτερης αυτής μαρμάρινης πλάκας, καθώς άλλοι την τοποθετούν την περίοδο των Σταυροφορειών και άλλοι θεωρούν ότι είναι προγενέστερη.
Κανείς πάντως δεν τόλμησε μέχρι τώρα να ισχυριστεί ότι αυτή ήταν η πρώτη εκείνη πλάκα που τοποθετήθηκε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου, στο πρώτο ταφικό μνημείο για τον Χριστό.
Αυτό ακριβώς είναι όμως που επιβεβαίωσαν σήμερα οι μελέτες χρονολόγησης: Εκείνη η πλάκα που εντόπισαν οι επιστήμονες του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου όταν άνοιξαν τον Πανάγιο Τάφο είναι η πρώτη πλάκα που είχε στηθεί επί Ρωμαϊκής εποχής, υπό τις εντολές του Μέγα Κωνσταντίνου.
«Είναι ενδιαφέρον το πώς αυτά τα κονιάματα όχι μόνο παρέχουν στοιχεία για το αρχαιότερο ιερό στο χώρο, αλλά και επιβεβαιώνουν την ιστορική ακολουθία κατασκευής του Αγίου Κουβουκλίου», είναι η χαρακτηριστική δήλωση της επικεφαλής των ερευνών του ΕΜΠ Καθηγήτριας Τόνιας Μοροπούλου.
Τα δείγματα κονιάματος προσδιορίστηκαν σε δύο ανεξάρτητα εργαστήρια, με την χρήσης οπτικά διεγερμένης φωταύγειας (OSL), μια τεχνική που καθορίζει πότε το ίζημα χαλαζία εκτέθηκε στο φως.
Τα επιστημονικά αποτελέσματα θα δημοσιευθούν από την κυρία Μοροπούλου και την ομάδα της αναλυτικά σε προσεχές τεύχος του αρχαιολογικού περιοδικού «Reports».
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου